Λίγα λόγια για την Ελληνορωμαϊκή Πάλη
Η πάλη στην Ελληνική Μυθολογία
Στην αρχαία Ελλάδα η πάλη ήταν ένα ιδιαίτερα λαοφιλές άθλημα αρκετά διαδεδομένο και...
μία απο τις βασικές δραστηριότητες οι οποίες χρησιμοποιούνταν για την εκπαίδευση των νέων.
Οι συγγραφείς Φιλόστρατος και Απολλόδωρος υποστηρίζουν οτι την πάλη εφεύρε η κόρη του Ερμή η Παλαίστρα.
Κατά τον Παυσανία την τέχνη της πάλης σοφίστηκε ο Θησέας, όταν πάλαιψε και σκότωσε τον Κερκύονα.
Κατα τον Πολέμωνα η παλαιστρική ήλθε στο φώς απο τον Αθηναίο παιδοτρίβη του Θησέα τον Φόρβαντα.
Ο Πλούταρχος χαρακτηρίζει την πάλη ως:
τεχνικώτατον και πανουργότατον των αθλημάτων
Η πάλη παρουσιάζεται ως πολιτισμός και μάθηση της τέχνης.
Εισήχθη στο Ολυμπιακό Πρόγραμμα Ανδρών το 708 π.Χ.
Η καταγωγή της πάλης ( του Σ. Σταμούλη)
Η πάλη αποτελεί ένα από τα πλέον αρχαία αγωνίσματα, που θα πρέπει δε να είναι παλαιότερο και από το δρόμο αν και το πρώτο ολυμπιακό αγώνισμα είναι δρόμος.
Μπορεί κανείς να αναζητήσει την ετυμηγορία της λέξης στο ρήμα πάλλω(=κραδένω), παλαίω(=παλεύω), εξ’ ου και πάλη, πάλαισμα, παλαίστρα, παλαιστής, παλαιστής, ( Παλαστή (=παλαιστής), Παλαστιαίος (=παλαιστιαίος), από την παλάμη και από το «πάλος εγγύς την πάλην ωνομάσθαι».
Χρησιμοποιήθηκε από τον άνθρωπο σαν μέσο εξάσκησης για να εξασφάλισει την ύπαρξη του μέσα στο χρόνο. Φανερώνει την επιδίωξη του ανθρώπου για επικράτηση για αυτό θα πρέπει να θεωρηθεί τόσο παλαιό αγώνισμα όσο παλαιά είναι τα χέρια και τα πόδια του. Απόδειξη ότι το πρώτο γυμναστικό ίδρυμα ονομαζόταν «παλαίστρα».
ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ-ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΤΗΣ ΠΑΛΗΣ
Στα προελληνιστικά χρόνια η Μεσοποταμία χαρακτηρίζεται γενικά η κοιτίδα των προϊστορικών πολιτισμών. Υπήρχαν περίοδοι για άσκηση και σπορ και σε κάποιες γιορτές προβλέπονταν για τους αθλητές φαγητό και άλλα
σχετικά με τη διατροφή τους. Ο αριθμός των δραστηριοτήτων αυτών ήταν
μικρός και ο σκοπός τους περιορισμένος. Φαίνεται ότι οι παλαιστές φορούσαν στη μέση τους μια ζώνη και ότι επιτρεπόταν οι λαβές από τη ζώνη αυτή. Διάφορες λαβές επιτρεπόταν επίσης και από τα πόδια με σκοπό την ανατροπή του αντιπάλου. Επίσης οι Βαβυλώνιοι, οι αρχαίοι κάτοικοι της πόλης Βαβυλώνας είναι γενικά παραδεκτό ότι επί των ημερών του Χαμμουπαμπί έθεσαν τις βάσεις για το γνωστό πολιτισμό της ο οποίος ήταν πόλος έλξης όλων των πολιτισμών μέχρι την παρακμή και πτώση της από τους Πέρσες. Φαίνεται ότι οι ευγενείς Βαβυλώνιοι ,όπως αργότερα και οι ευγενείς μερικών άλλων ,θεωρούσαν την άθληση και τη συμμετοχή στα διάφορα αθλήματα σαν αποκλειστικό τους προνόμιο.
Όπως κάθε αγώνισμα έτσι και η πάλη λέγεται ότι ήταν εύρημα του θεού
Ερμή .Με τον τρόπο αυτό καλλιέργησαν την αγωνιστική θρησκευτική συνείδηση των ατόμων. Ο Φιλόστρατος,λέει, η κόρη του Ερμή η Παλαίστρα ,που πέρασε τα χρόνια της ήβης στα δάση της Αρκαδίας εφεύρε την πάλη.
«η γη όλοι χαίρει για το εύρημα, επειδή τα σιδερένια πολεμικά όπλα θα πεχθουν μακριά από τα χέρια των ανθρώπων και τα στάδια θα πάρουν γλυκότερη δόξα από τα πολεμικά στρατόπεδα ,οι δε άνθρωποι θα αγωνίζονται γυμνοί» . Ο ίδιος για να τονίσει τη χρησιμότητα της πάλης στο πόλεμο, γράφει ότι το πολεμικό κατόρθωμα στο Μαραθώνα (Αθηναίοι κατά Περσών 490 π.Χ.) ήταν σχεδόν αγώνας πάλης (ως αγχού πάλης)και ότι στις Θερμοπύλες (Λεωνίδας με τους τριακοσίους του κατά Περσών 480 π.Χ) οι
Σπαρτιάτες ,σαν έσπασαν τα δόρατα και τα σπαθιά τους, έπεσαν πάνω στους εχθρούς με γυμνά χέρια χωρίς όπλα . Ας μην μας διαφεύγει ότι είναι η πρώτη μορφή αγώνα χωρίς όπλα. Τόσο στην ελληνική μυθική παράδοση, όσο και στις παραδόσεις των άλλων λαών η πάλη πάντα σχετιζόταν με τον αγώνα του ανθρώπου για επιβίωση ενώ ουσιαστικά αποτύπωνε μέσα στο χρόνο την προσπάθειά του για κατάκτηση του πολιτισμού και την επικράτησή του απέναντι στη φύση και τη μοίρα του.
Τα πρώτα αρχαιολογικά ευρήματα τα σχετικά με την πάλη στον ελλαδικό χώρο προέρχονται από την Μινωική Κρήτη. Κατά τον Βιργίλιο η παλαίστρα ,η προσωποποίηση της πάλης, θεωρούνταν μια νέα που την ερωτεύθηκε ο Ερμής .Επιπλέον μας αναφέρει ότι την τεχνική της πάλης επινόησαν τα δυο παιδιά του Χορικού , Πλήξιππος και Ενετός. Μια γιορτινή μέρα έκαναν επίδειξη μπροστά στον πατέρα τους. Η αδερφή τους όμως Παλαίστρα διηγήθηκε την ανακάλυψη στον εραστή της Ερμή. Ο Ερμής έσπευσε να τελειοποιήσει την τέχνη και τη δίδαξε στους ανθρώπους, λέγοντας πως ήταν ο εφευρέτης της. Ο Χορικός τότε έψαξε τα παιδιά του, γιατί δεν είχαν πάρει εκδίκηση από τον Ερμή. Μια μέρα λοιπόν που οι δυο νέοι συνάντησαν τον Ερμή ,στο βουνό Κυλλήνη της βόρειας Πελοποννήσου, του έκοψαν τα χέρια. Ο Ερμής παραπονέθηκε στον Δία ,που έγδαρε τον Χορικό και έκανε το δέρμα του ένα ασκί. Ο Ερμής τότε έδωσε στην καινούργια τέχνη το όνομα της αγαπημένης του, ήτη Παλαίστρα.
Κατά τον Πίνδαρο «την μεν από χειρών πάλην ευξεύρε Θησέας την δε από σκελών Κερκύων» δηλαδή ,την πάνω πάλη την εφεύρε ο Θησέας την δε κάτω ο Κερκύων. Πριν το Θησέα νικούσαν κατά κανόνα οι ρωμαλαιότεροι και οι ποιο εύσωμοι. Δια μέσου της τέχνης ο Θησέας νίκησε στα Μέγαρα τον Κερκύωνα και ο Ηρακλής τον γίγαντα Ανταίο.
Κατά τον ακαδημαϊκό φιλόσοφο Παλέμονα, την παλαιστική τέχνη την εφηύρε ο Αθηναίος παιδοτρίβης ,ο Φόρβας. Ο ιστοριογράφος Ίστρος όμως δέχεται πως η ίδια η θεά Αθηνά δίδαξε στον Θησέα την πάλη.
Άλλοι πρώτοι εφευρέτες της πάλης αναφέρονται ο Πηλέας που πάλεψε με την ηρωίδα Αταλάντη προς τιμή του Πελία και ο Ηρακλής που νίκησε τον Ανταίο, τον Αχελώο γιο του Ήλιου και της Γης ή κατά άλλη παράδοση, ενός από τους γιους του Ποσειδώνα, προκειμένου να κερδίσει για γυναίκα του
τη Δηιάνειρα.
Η πρώτη λεπτομερειακή περιγραφή πάλης υπάρχει στην Ιλιάδα του Ομήρου, στους αγώνες προς τιμή του Πατρόκλου (άθλα επί Πατρόκλω). Οι αγώνες γίνονται μπροστά σε όλο το στρατόπεδο ,κοντά στη θάλασσα και κάτω από τις φωνές ,τις ιαχές ,τον ενθουσιασμό ,τα στοιχήματα και το καμάρι των θεατών. Πρώτα γίνεται η αρματοδρομία . Μετά η πυγμή .Κατόπιν η πάλη.
Αντίπαλοι ήταν ο Οδυσσέας , ο βασιλιάς της Ιθάκης και γιος του Λαέρτη και ο Αίας ο γιος του Τελαμώνα ,βασιλιάς της Σαλαμίνας .Παλεύουν ένα είδος όρθιας πάλης. Απαιτεί μεγαλύτερη τέχνη από την πυγμή ,για αυτό ο Όμηρος παρουσιάζει τους σημαντικότερους αρχηγούς να παίρνουν μέρος. Νικητής είναι αυτός που θα καταφέρει να ρίξει κάτω τον αντίπαλο. Η περιγραφή είναι αρκετά ενδιαφέρουσα. Η άφθαστη τέχνη του Οδυσσέα ισοφάριζε την υπερβολική δύναμη του Αίαντα. Καθώς κανένας δεν μπορούσε να ρίξει τον άλλον στο έδαφος ,ο Αίαντας σίγουρος για της δύναμή του πρότεινε στον Οδυσσέα να προσπαθήσουν να ανασηκώσουν ο ένας τον άλλο. Και πάλι όμως δεν ήταν ξεκάθαρο το αποτέλεσμα. Ο Αχιλλέας λοιπόν βλέποντας πως και οι δύο είναι άξιοι και κανείς δεν μπορούμε να αναδειχθεί νικητής , τους ανακήρυξε ισόπαλους και μοίρασε εξίσου τα βραβεία.
ΕΙΔΗ ΠΑΛΗΣ ( του Σωτήρη Σταμούλη )
Τα είδη της πάλης ήταν δύο. Στην πρώτη αρκούσε να ρίξει ο παλαιστής τον αντίπαλό του κάτω. Στη δεύτερη δεν ήταν αρκετή η πτώση.
Ο αγώνας
εξακολουθούσε ώσπου να αναγκασθεί ο ένας από τους δύο αντιπάλους να παραδεχθεί την ήττα του, να «απαγορεύσει», όπως έλεγαν. Ύψωνε δηλαδή το χέρι του με το δείκτη ή δείκτη και τον μέσο δάχτυλο τεντωμένο για να τον δει ο κριτής. Σε αυτή την περίπτωση ο αγώνας έμοιαζε με παγκράτιο, μόνο που ο παλαιστής δεν χτυπούσε τον αντίπαλο, αλλά μόνο εφάρμοζε κάποια λαβή. Έλεγαν ότι ο Ανταίος ο γιος του Ποσειδώνα, έριχνε κάτω τους αντιπάλους του υπερμεγέθης όπως ήταν πάνω τους και τους σκότωνε.
Η ορθοπάλη είναι το πρώτο βαρύ αγώνισμα που εισέρχεται στους ολυμπιακούς αγώνες και ήταν από τα πιο αγαπημένα αγωνίσματα των Ελλήνων γιατί είχε γρήγορες και θεαματικές φάσεις ,ο αγώνας δεν είχε χρονική διάρκεια και εθεωρείτο το πιο δίκαιο αγώνισμα επειδή η νίκη δεν εξαρτιόνταν από μια τυχαία πτώση (τριαγμός) .Η ορθοπάλη εκαλείτο «τριαγμός» επειδή ο αθλητής για να ανακηρυχθεί νικητής του αγώνα ,έπρεπε να ρίξει κάτω τρεις φορές τον αντίπαλό του. Η λέξη τριαγμός προέρχεται από το ρήμα «τριάζω» που σημαίνει ρίχνω κάτω τρεις φορές. Εκείνος που έριχνε στο έδαφος τρεις φορές ελέγετο ότι «ετρίασε» και ο ηττηθείς ότι «ετριάχθη». Οι Έλληνες εκτιμούσαν ιδιαίτερα τη νίκη αυτή καθώς και τους παλαιστές.
Είναι χαρακτηριστικό το επεισόδιο που έγινε στους ολυμπιακούς αγώνες του διάσημου παλαιστή Μίλωνα του Κροτωνιάτη. Όταν ανεκηρύχθει νικητής στην πάλη ανδρών «ακονιτί» και πήγαινε να στεφανωθεί επευφημούμενος από το κοινό σκόνταψε και παραπατώντας ακούμπησε στο χώμα με το ένα γόνατο. Τότε κάποιος θεατής φώναξε δυνατά ‘’Επεσες Μίλων’’, έπεσες επανέλαβαν πολλοί θεατές. Χωρίς να ταραχθεί και με τη βροντώδη φωνή του ο Μίλων σηκώθηκε ,στάθηκε και είπε ‘’Ναι, έπεσα ,αλλά μόνο μια φορά . Όποιος θέλει ας έλθει να με ρίξει δύο φορές ακόμη’’. Ακολούθησε πανδαιμόνιο επευφημιών και το στεφάνωμα του νικητή.
Η κάτω πάλη εθεωρείτο είδος εξαιρετικά ωφέλιμο ως άσκηση και για αυτό σε όλα τα γυμναστήρια της αρχαίας Ελλάδας οι νέοι διδασκόντουσαν την πάλη αυτή. Παρ όλα αυτά η «αλίωδησις» παρά ότι ήταν τόσο διαδεδομένη σαν άσκηση ποτέ δεν μπήκε σαν άθλημα στο ολυμπιακό πρόγραμμα, ούτε και στους άλλους πανελλήνιους αγώνες.
O ακροχειρισμός ήταν και αυτό ένα είδος πάλης σύμφωνα με το οποίο ο αθλητής προσπαθούσε να νικήσει τον αντίπαλό του ή να τον αναγκάσει να εγκαταλείψει τον αγώνα, χρησιμοποιώντας μόνο τα δάχτυλα του χεριού του. Οι ακροχειριαστές είχαν φοβερή δύναμη στα χέρια και εξανάγκαζαν τον αντίπαλο να εγκαταλείψει. Ήταν ιδιαίτερο είδος πάλης. Ο Παυσανίας αναφέρει ότι ο παλαιστής Λεοντίσκος δεν μπορούσε να νικήσει τους αντιπάλους του με λαβές ,παρ όλα αυτά έγινε δυο φορές ολυμπιονίκης , στρεβλώνοντας ή σπάζοντας τα δάχτυλα των αντιπάλων του. Πάντως δεν ήταν διαδεδομένο στην Ελλάδα. Οι Έλληνες εκτιμούσαν και θαύμαζαν τη δύναμη και τους δυνατούς άνδρες και δεν δέχονταν τις βαναυσότητες και τις σκληρές ενέργειες. Και το να νικήσει ένας αθλητής σπάζοντας τα δάχτυλα του αντιπάλου του δεν είναι αθλητική πράξη, αλλά βαναυσότητα.
Λέγεται πως τους κανόνες τους είχε θεσπίσει ο Ορίκαδμος από τη Μεγάλη Ελλάδα ( όπως λεγόταν η Σικελία και η κάτω Ιταλία) ,παλιός αθλητής.
Η διεξαγωγή του αθλήματος ήταν η εξής: οι αθλητές έρχονταν στον κατάλληλο παλαιστικό χώρο παλαίστρα για να αγωνιστούν κατόπιν πρόσκλησης-προσφώνησης από τον κήρυκα των αγώνων. Κατά τη διάρκεια του αγώνα οι θεατές δεν έμεναν αδρανείς στις θέσεις τους αλλά υπέφεραν με τους παλαιστές προσπαθώντας ,άλλοι μεν να τους ενθαρρύνουν ,άλλοι δε να τους αποθαρρύνουν για σκοπιμότητα «ως μη ενοχλείεν υμίν επικεκραγότες τοις
παλαίουσιν».
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ
Από περικοπές κειμένων διαφόρων αρχαίων συγγραφέων μπορούμε να απαριθμήσουμε τις κυριότερες απαγορευτικές διατάξεις της πάλης.
• Δεν επιτρέπονταν τα χτυπήματα, γιατί αυτά συναντιόντουσαν στην πυγμαχία.
• Απαγορεύονταν οι λαβές στα γεννητικά όργανα.
• Απαγορεύονταν το δάγκωμα και ο αγώνας έξω από τα όρια του σκάμματος.
Οι ποινές για την παραβίαση των κανονισμών ήταν χρηματικό πρόστιμο, αποβολή από τους αγώνες και σωματικές ποινές. Τις ποινές τις επέβαλλαν οι Ελλανοδίκες. Τα πρόστιμα όσο και μεγάλα να ήταν τα πλήρωνε ο αθλητής και αν αυτός αδυνατούσε, τα πλήρωνε η πόλη του και αυτό για να μην αποκλειστεί από τους αγώνες. Τόση μεγάλη σημασία είχαν για τους αρχαίους Έλληνες οι Πανελλήνιοι αγώνες.
Όταν οι αντίπαλοι έβγαιναν έξω από το σκάμμα ,οι κριτές διέκοπταν τον αγώνα και επανέφεραν τους δύο παλαιστές στο κέντρο του σκάμματος, υποχρεώνοντας τους να πιαστούν με τη λαβή που είχαν κατά τη διακοπή του αγώνα.
Στην πάλη νικούσε εκείνος που διέθετε θέληση, δύναμη και καρτερία. Οι παλαιστές διεκδικούσαν με πείσμα τη νίκη, σέβονταν όμως τους κανονισμούς, όπως φανερώνουν τα ελάχιστα περιστατικά παραβάσεων. Και αυτό ήταν φυσικό ,αφού οι θεατές επευφημούσαν το νικητή που πετύχαινε καθαρή νίκη. Ο Πλάτων αναφέρει χαρακτηριστικά την πάλη ως
«τεχνικότατον και πανουργότατον των αθλημάτων».
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΓΩΝΙΣΜΑΤΟΣ
Όπως στην πυγμαχία και το παγκράτιο έτσι και στην πάλη γινόταν κλήρωση με σκοπό να σχηματισθούν ζεύγη αθλητών. Όταν ο αριθμός των συμμετεχόντων ήταν περιττός ,τότε ένας κληρωνόταν να περάσει κατ’ ευθείαν στον τελικό χωρίς να παλέψει (έφεδρος). Με την κλήρωση οι αρχαίοι επεδίωκαν να αποδείξουν ότι είναι αμερόληπτοι στις θέσεις και στις κρίσεις τους και έπρεπε να γίνει την προηγούμενη ημέρα για καθαρά τεχνικούς λόγους.
Η πάλη στους αρχαίους Έλληνες είχε εξελιχθεί σε περίπλοκη τέχνη. Στο κέντρο του σκάμματος και με την ευθύνη του κριτή , οι αθλητές έπαιρναν μια στάση όμοια περίπου με εκείνη που παίρνουν και σήμερα. Για να κατορθώσουν οι παλαιστές να νικήσουν τον αντίπαλο ,εφάρμοζαν διάφορα τεχνάσματα ,χωρίς να φεύγουν από τα αυστηρά πλαίσια των κανονισμών.
Έτσι οι παλαιστές πότε πρόβαλαν το ένα πόδι τους και άφηναν τον αντίπαλο να πιστέψει πως ήταν εύκολο να τον αρπάξουν και να τον ανατρέψουν, ήταν όμως πανέτοιμος να αντιμετωπίσει την επίθεση. Άλλοτε έσκυβαν απότομα δήθεν πως ήθελαν να πιάσουν τα πόδια του αντιπάλου , υποκρινόμενοι ότι άφηναν αφύλακτα τα χέρια τους, για να επιχειρήσει να τα πιάσει ο αντίπαλος ,και την τελευταία στιγμή ακριβώς άρπαζαν αυτοί το χέρι του αντιπάλου ή ακόμη και τον κορμό ανάλογα με την ευκαιρία που παρουσιαζόταν.
Ένας από τους συνηθισμένους τρόπους παλαίματος ήταν και η θέση ή στάση του «κριού»,που έπαιρναν οι παλαιστές στην αρχή του αγώνα αλλά πολλές φορές και αργότερα. Τα κεφάλια τους ακουμπούσαν το ένα το άλλο στο μέτωπο ή λίγο πιο πάνω και έσπρωχναν δυνατά με τα κεφάλια τους ο ένας τον άλλο. Με το σπρώξιμο αυτό ο πιο δυνατός αθλητής, ο πιο σωματώδης, κατάφερνε συνήθως να ανατρέψει τον άλλον εάν ήταν μικρόσωμος, γιατί ενώ έσπρωχνε με το κεφάλι συγχρόνως τραβούσε τα χέρια.
Ο παλαιστής έπρεπε να μάθει πως θα αποκρούει τον αντίπαλο, πώς να αποφεύγει τις λαβές με «αντί λαβές».
Επειδή δεν υπήρχαν κατηγορίες βάρους, όπως συμβαίνει σήμερα, ο πιο σωματώδης παλαιστής μπορούσε να αγωνισθεί με τον πιο μικρόσωμο ,για αυτό και κατά κανόνα νικούσαν οι πιο μεγαλόσωμοι αθλητές. Η μεγάλη ποικιλία των λαβών και των τεχνασμάτων , έδιναν αρκετές πιθανότητες και στους μικρόσωμους αθλητές , ώστε οι έξυπνοι ,οι ευκίνητοι και άρτια γυμνασμένοι παλαιστές νικούσαν κάποτε και τους πιο μεγαλόσωμους. Πάντως το μεγάλο βάρος ήταν αναμφισβήτητα πλεονέκτημα στην πάλη.
Είχαν δικαίωμα να εφαρμόσουν λαβές της κεφαλής, του κορμού, των βραχιόνων, μπορούσαν να πιάσουν και τα πόδια του αντιπάλου όπως και σήμερα. Μια από τις συνηθισμένες λαβές ήταν η μεσολαβή(πιάσιμο από τη μέση). Με μεσολαβή νίκησε ο Ηρακλής τον γίγαντα Ανταίο.
Η πάλη είναι πολύ κουραστική ακόμη και στην προπόνηση και οι αθλητές δεν εξαντλούνται μόνο στον αγώνα αλλά και στην προπόνηση. Έτσι αντιλαμβανόμαστε ότι οι Έλληνες είχαν άριστα κατανοήσει την αξία και τα ευεργετικά αποτελέσματα της άσκησης του σώματος. «Η κουραστική προπόνηση και η άσκηση στους κόπους όχι μόνο δεν καταναλώνει τη δύναμη του ανθρώπου ,αλλά αντίθετα την αυξάνει». Δηλαδή συμβαίνει στη δύναμη του ανθρώπου ότι περίπου και στο μύθο της Λερναίας Ύδρας.
Τα γυμνάσια και οι παλαίστρες ήταν οι κύριοι χώροι της σωματικής άσκησης των νέων ,ενήλικων αλλά ακόμη και ηλικιωμένων ανδρών, για να διατηρούν τη σωματική τους δύναμη. Όχι όμως τις ίδιες ώρες. Δηλαδή απαγορευόταν στους γυμνασίαρχους να επιτρέπουν στους ηλικιωμένους να παρακολουθούν την άσκηση των νέων. Από τον 4ο πχ αιώνα εμφανίζεται κι ο «αλείπτης» ,αυτός δηλαδή που άλειφε με λάδι τα σώματα των αθλητών
Το γυμνάσιο χρωστούσε την ονομασία του στο γεγονός ότι μέσα σε αυτό γυμνοί μπορούσαν να ασκούνται και να συναγωνίζονται οι νέοι, η δε παλαίστρα όφειλε το όνομα της στο αγώνισμα της πάλης. Ασφαλώς γυμνάσιο και παλαίστρα δεν ήταν συνώνυμοι όροι. Συγχέονται όμως αρκετά συχνά μέχρι σήμερα. Λογικότερη φαίνεται η άποψη η οποία υποστηρίζει ότι υπήρχε η σχέση μέρος προς το όλον. Το γυμνάσιο ήταν το όλον ενώ μέρος του ήταν η παλαίστρα. Μια παλαίστρα μπορούσε να υπάρχει χωρίς το γυμνάσιο , αλλά δεν ήταν νοητό να υπάρχει γυμνάσιο χωρίς παλαίστρα. ( συνεχίζεται . . . )
ΠΑΛΑΙΣΤΡΑ
Η παλαίστρα φιλοξενούσε κυρίως την πάλη και τα άλλα βαριά αγωνίσματα όπως πυγμαχία και το παγκράτιο. Άγνωστο είναι πότε παρουσιάστηκε χρονολογικά.
Σίγουρα έκανε την εμφάνισή της πριν από την εποχή του Σόλωνα γιατί σύμφωνα με πληροφορίες του Αισχίνη ,με νόμο ο Σόλωνας επέβαλε κανόνες για την λειτουργία της.
Αξίζει να επισημανθεί ότι η παλαίστρα ήταν ιδιωτικό ίδρυμα με ιδιοκτήτη και διευθυντή τις περισσότερες φορές παιδοτρίβη. Ήδη στην Αθήνα από τον 5 αι. πχ υπάρχουν στην Αθήνα παλαίστρες ιδιωτικές , όπως του Σιβυρτίου, του Ταυρέου ,του Ιπποκράτους και για την ελληνιστική περίοδο του Τιμέου και του Επιγένους. Σε ορισμένες βέβαια περιπτώσεις συναντούμε και δημόσιες παλαίστρες όπως στη Δήλο ,την Αλικαρνασσό και στην Κόρινθο. Οι παλαίστρες αρχικά προορίζονταν για την άσκηση των παίδων, αργότερα όμως συναντούμε και γεροντική παλαίστρα στη Σάμο.
Η παλαίστρα ήταν ένας υπαίθριος χώρος με τα σκάμματα της πάλης ο οποίος περιβάλλονταν από ένα περιστύλιο όπου υπήρχαν στεγασμένοι βοηθητικοί χώροι. Η πάλη διεξάγονταν στο σκάμμα , ένα σκαμμένο και περιορισμένο χώρο με επίστρωση άμμου. Όσον αφορά το δεύτερο είδος της πάλης, την αλίνδηση ή κύλιση αυτή γινόταν σε μέρος όπου το έδαφος βρεχόταν τόσο πολύ ώστε γινόταν λάσπη όπως γίνεται γνωστό από τον Λουκιανό.
Οι γυμναστές άνοιγαν τα γυμναστήρια όχι πριν την ανατολή του ηλίου και τα έκλειναν πριν την δύση του.
Ο Βιτρούβιος, το 30πχ. , περιγράφει την ελληνική παλαίστρα με λεπτομέρειες. Σημειώνει ότι είναι περιστύλια ορθογώνια ή τετράγωνα , τα οποία περιβάλλονται με στοές και διάφορες εξειδικευμένα δωμάτια όπως
• κωρυκείον, χώρος όπου υπήρχε στημένος ο κώρυκας, πυγμαχικός δηλαδή σάκος γεμάτος με σπόρους ,αλεύρι ή άμμο για να ασκούνται οι πυγμάχοι
• λουτρώνας ,δωμάτιο με λουτήρες για το λουτρό των ασκουμένων
• ελαιοθέσιον, όπου αλείβονταν οι αθλητές με λάδι
• κοωιστήριον, όπου πασπαλίζονταν με σκόνη
• εφηβείον, χώρος αποκλειστικά για τους εφήβους
• εξέδρα, χώρος κατάλληλος για φιλοσοφικές συζητήσεις και διαλέξεις.
Εξέδρα υπό μορφή μικρού θεάτρου, με ημικυκλικές βαθμίδες ,συναντούμε στην παλαίστρα των Φιλίππων του Νομού Καβάλας. Στην παλαίστρα των Φιλίππων η οποία είναι κτίσμα του 2ου αι. μ.χ. περιμετρικά του χώρου άσκησης υπάρχουν αρκετά δωμάτια η χρήση των οποίων είναι απροσδιόριστη.
ΓΥΜΝΑΣΙΟ
Το γυμνάσιο δεν μνημονεύεται στα έπη Ομήρου και αγνοείται από τον Ησίοδο. Το γυμνάσιο έκανε την εμφάνισή του στις αρχές του 6ου αι .π.χ. ο Θέογνις ο Μεγαρεύς είναι ο πρώτος που μνημονεύει την ύπαρξή του. Το γυμνάσιο αρχικά δεν θα πρέπει να ήταν τίποτε άλλο από ένα επίπεδο χώρο άσκησης με αρκετό μήκος ,έτσι ώστε να είναι δυνατή η άσκηση στα δρομικά αγωνίσματα. Επίσης θα πρέπει να περιελάμβανε μεγάλες ακάλυπτες επιφάνειες ,σημεία κατάλληλα δηλαδή για την άσκηση στα υπόλοιπα
αγωνίσματα ,κυρίως άλματα και ρίψεις. Το γυμνάσιο εμπεριείχε και την παλαίστρα.
Η προπόνηση ήταν επίπονη και σκληρή. Οι παλαιστές κουράζονταν πολύ γιατί εφάρμοζαν όλες τις λαβές και τα τεχνάσματα των αγώνων. Ο παιδοτρίβης (προπονητής) επέβλεπαν την προπόνηση ,αλλά δεν επενέβαινε παρά μόνο αν έβλεπε κάτι το αντικανονικό ή όταν ήθελε να δώσει μερικές οδηγίες και κατευθύνσεις ή να δείξει καλύτερο τρόπο εφαρμογής της λαβής. Αν ένας αθλητής δεν μπορούσε να απαλλαγεί από μια επικίνδυνη λαβή , χτυπούσε ελαφρά την πλάτη του αντιπάλου του με το ελεύθερο χέρι του, οπότε ελύετο αμέσως η λαβή αυτή. Επίσης εάν ο παιδοτρίβης θεωρούσε κατά την προπόνηση ότι μια κανονική λαβή γινόταν επικίνδυνη, χτυπούσε ελαφρά με το διχαλωτό ραβδί του την πλάτη του επιτιθέμενου και έτσι αυτός έλυνε τη λαβή του. Μετά την προπόνηση οι παλαιστές έκαναν ασκήσεις ευκαμψίας , και έξυναν με τη «στλεγγίδα» την άμμο , το λάδι και τον ιδρώτα από το σώμα τους, έκαναν μπάνιο και χόρευαν υπό τους ήχους του αυλού. Στις παλαίστρες και τα γυμναστήρια της Σπάρτης ,γυμναζόντουσαν όχι μόνο οι άνδρες αλλά και τα κορίτσια .Σκοπός της τέτοιας αγωγής ήταν η Σπάρτη να κάνει πολίτες ανθεκτικούς στον πόνο και ικανούς πολεμιστές.
Ο Πλούταρχος γράφει «τα μεν γε σώματα των παρθένων δρόμοις και πάλαις και βολαίς δίσκων και ακοντίων διεπόνησεων, ως ή τε των γεννωμένων ρίζωσις ισχυράς εν ισχυροίς σώμασιν αρχείν λαβούσα βλαστάνοι βέλτιον» δηλαδή ,η άσκηση δυνάμωνε και τα σώματα των παρθένων (της Σπάρτης), γυμναζόμενες στο τρέξιμο και στην πάλη και στο ρίξιμο δίσκων και ακοντίων ,ώστε να ριζώσουνε μέσα τους γεροί απόγονοι. Η προπόνηση των Σπαρτιατών ήταν σκληρότατη.
Οι νέοι μάθαιναν από μικροί να υποφέρουν τους κόπους, τους πόνους και να αγωνίζονται μέχρι θανάτου. Προτιμούσαν τον θάνατο παρά την εγκατάλειψη του αγώνα. Το να ηττηθεί ένας Σπαρτιάτης από έναν ικανότερο αντίπαλο αντίπαλο ,δεν ήταν βέβαια υποτιμητικό, ούτε ντροπή. Το να φανεί όμως δειλός ή λιπόψυχος στον αγώνα εθεωρείτο ότι ήταν αδύνατο για ένα Σπαρτιάτη. Οι Αθηναίοι αντίθετα, οι οποίοι ήταν λεπτού και ήπιου χαρακτήρα, ήταν επίσης αρκετά αυστηροί στην αγωγή των νέων.
Από τα προϊστορικά χρόνια οι νέοι της Ελλάδας αγαπούσαν και καλλιεργούσαν τον αθλητισμό χωρίς όμως να εξειδικεύονται σε ένα συγκεκριμένο άθλημα. Ο Γαληνός γνωστός φιλόσοφος και γιατρός αναφέρει ότι η ειδίκευση των αθλητών αρχίζει από την ώρα που εμφανίσθηκαν οι επιστήμονες παιδοτρίβες.
Θα πρέπει να τονισθεί ότι και οι πόλεις –κράτη πίστεψαν στην ειδίκευση των αθλητών σα μέσο διάκρισης γιατί έτσι και εξ αιτίας των νικών των αθλητών τους οι νέοι επιθυμούν να φτάσουν και να μοιάσουν στα είδωλα τους.
Από τον 3ο π.χ. αιώνα εμφανίζονται οι ‘‘Γυμναστές’’ με ανώτερη μόρφωση, με γνώσεις πέρα από το συγκεκριμένο άθλημα που ασχολούνται , όπως επίσης και ιατρικής και διαιτητικής. Ο Πίνδαρος έχοντας υπ’ όψη του τους παιδοτρίβες του καιρού του (518-438 π.Χ.) προφανώς ακατάρτιστους ,λέει ότι «εκείνος που γνωρίζει άριστα κάποιο πράγμα, μπορεί και να διδάξει στους άλλους εύκολα και σωστά ,αλλά εκείνος που προσπαθεί να μεταβιβάσει γνώσεις στους άλλους, χωρίς προηγουμένως ο ίδιος να έχει κατανοήσει το θέμα ,είναι ανόητος». Έγινε κατανοητό λοιπόν ότι στα παλαιότερα χρόνια
οι παιδοτρίβες ήταν παλιοί αθλητές ,εμπειρικοί, ενώ αργότερα γύρω στον 4ο πχ αιώνα παρουσιάσθηκαν οι γυμναστές με εξειδίκευση και σε θέματα ιατρικής και θεραπευτικής. Ο αλείπτης ήταν και αυτός ένα μέρος της άσκησης οπού τελικά κατέληξε να γίνει συστατικό στοιχείο της καλής προπόνησης. Με την πάροδο του χρόνου έγινε αντιληπτό πόσο ευεργετικά αποτελέσματα είχε η τεχνική μάλαξη των μυών πριν την προπόνηση και στην αποθεραπεία του αθλητή. Οι παλαιστές περνούσαν σε ειδική αίθουσα, το ‘‘κονιστήριο’’, και πασπάλιζαν το σώμα τους με ψιλή άμμο ή σκόνη, η οποία κολλούσε πάνω τους σχηματίζοντας ένα λεπτό στρώμα. Θεωρούσε ότι η σκόνη έκλεινε τους πόρους του σώματος, σταματούσε τον πολύ ιδρώτα και διατηρούσε το κορμί ακμαίο και φρέσκο.
ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΠΑΛΑΙΣΤΩΝ
Κατά το Φιλόστρατο, ο παλαιστής πρέπει να έχει καλό ανάστημα και συμμετρική κατασκευή σε όλο το κορμί. Ο λαιμός να μην είναι μακρύς ,αλλά ούτε χαμένος μέσα στους ώμους. Οι ώμοι γεροί και τα χέρια γεροδεμένα στους βραχίονες και στους καρπούς. Το στέρνο φαρδύ αλλά να μην προεξέχει. Τα πλευρά γερά για να αντέχουν στα σφιξίματα του αντιπάλου ,η κοιλιά ίσια, το ισχύο ευλύγιστο και εύκαμπτο ,οι μηροί σφιχτοδεμένοι και τα πόδια ,κνήμες , ταρσοί και πέλματα ,γερά και τέτοια που να στηρίζουν τον παλαιστή πάνω στο έδαφος σαν κολόνα αμετακίνητη. Οι γλουτοί να ακολουθούν αρμονικά το όλο σώμα, δηλαδή να μη δημιουργούν προβλήματα στις κινήσεις του σώματος. Έτσι ο καλός παλαιστής έπρεπε να μοιάζει με τα Ηράκλεια αγάλματα που χαίρεσαι να τα βλέπεις σαν θεϊκά με τη συμμετρική κορμοστασιά και τον ελεύθερο αυχένα ,σαν τα περήφανα άτια. Ο Επίκτητος (50-120 μ.Χ.) χαρακτηρίζει τον άξιο παλαιστή από τους ώμους τους μηρούς , τη μέση «ει παλαιστής ,ιδού σου τους ώμους ,τους μηρούς ,τη οσφύν».
Περίφημοι παλαιστές ήταν «ο παίς Κρατίνος» από την Αιγείρα της Αχαίας στον οποίο δόθηκε το δικαίωμα να στήσει πλάι στον ανδριάντα του και τον ανδριάντα του γυμναστή του σαν ευγνωμοσύνη προς το διδάσκαλό του, που ήταν μεγάλη τιμητική θέση και διάκριση. Οι αρχαίοι εκτιμούσαν όχι μόνο τη νίκη αλλά και την τέχνη του αγωνίσματος. Ο Πίνδαρος πλέκει το εγκώμιο στον παλαιστή Αλκιμέδοντα και το γυμναστή Μελησία. Ο Αριστόδημος ο Ήλειος που ποτέ αντίπαλος δεν μπόρεσε να του κάνει λαβή στη μέση. Ο Ισίδωρος από την Αλεξάνδρεια που κατά το Φλέγοντα «ουδέποτε έπεσε» στο έδαφος.
Πασίγνωστος είναι ο παλαιστής Μίλων ο Διοτίμου Κροτωνιάτης από την κάτω Ιταλία. θαυμαστός ήταν ο Ιπποσθένης που νίκησε σε έξι Ολυμπιάδες (37η,39η,40η, 41η ,42η, 43η ). Είναι απορίας άξιο το γεγονός ότι ενώ οι αρχαίοι Έλληνες έδωσαν τόσο μεγάλη σημασία στον αθλητικό ανταγωνισμό, δεν κατέγραψαν τις επιδόσεις τους τα ρεκόρ κάτι που ασφαλώς θα μπορούσε να γίνει σε μερικά τουλάχιστον αγωνίσματα.
( γράφτηκε από τον Σωτήρη Σταμούλη )